Του Δρος Παπαγιάννη Μεν. Ιωάννη, Δικηγόρου Παρ’ Αρείω Πάγω, Μέλους των
Δικηγορικών Συλλόγων Θεσσαλονίκης και Μονάχου
(αναδημοσίευση από την Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ)
Έχει τεθεί σε ισχύ ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών, μια ηλεκτρονική
πλατφόρμα του Υπουργείου Οικονομικών, ως εργαλείο ρύθμισης των υποχρεώσεων
από δάνεια και χρέη στο κράτος και τα ασφαλιστικά ταμεία. Δικαίωμα υποβολής
αίτησης έχουν φυσικά και νομικά πρόσωπα με οφειλές άνω των 10.000 ευρώ
προκειμένου να επιτύχουν αναστολή μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης εναντίον τους,
όπως για παράδειγμα πλειστηριασμών και κατασχέσεων.
Παράλληλα, προβλέπεται μια νέα ευμενέστερη διαχείριση για τους λεγόμενους
ευάλωτους δανειολήπτες, δηλαδή τα φυσικά πρόσωπα που αντιμετωπίζουν
προβλήματα υγείας. Με την έκδοση της βεβαίωσης ευάλωτου δανειολήπτη, είναι
ευμενέστερη η αποδοχή της πρότασης αναδιάρθρωσης του χρέους του δανειολήπτη
από Τράπεζες και Δημόσιο. Σύμφωνα με τις νέες προσθήκες στην πλατφόρμα του
εξωδικαστικού μηχανισμού, έχουν ενταχθεί σε αυτόν και οφειλές προς το Δημόσιο
και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, που έχουν βεβαιωθεί σε βάρος ιδιωτικών
επιχειρήσεων που είναι σε λύση ή εκκαθάριση ή έχουν παύσει να λειτουργούν.
Οι φερόμενοι οφειλέτες έχουν ακόμη στην φαρέτρα τους μία ευρεία γκάμα
εξωδικαστικών και δικαστικών όπλων, με τα οποία μπορούν να αμυνθούν έγκαιρα
και αποτελεσματικά από τις επιθετικές ενέργειες των διαχειριστικών εταιρειών.
Ειδικότερα, η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης ξεκινάει με την επίδοση
δικαστικής απόφασης ή διαταγής πληρωμής, η οποία εκδίδεται από το δικαστήριο
κατόπιν αίτησης της τράπεζας ή της εισπρακτικής εταιρείας, με την οποία
διατάσσεται να καταβληθεί ένα ορισμένο χρηματικό ποσό. Κατά της διαταγής
πληρωμής δικαιούται κάθε φερόμενος οφειλέτης να καταθέσει ανακοπή μέσα σε 15
εργάσιμες ημέρες κατά την πρόβλεψη του νόμου ή αντίστοιχα έφεση κατά της
δικαστικής απόφασης εντός 30 ημερών. Αν σε περίπτωση που η ανακοπή αυτή δεν
ευδοκιμήσει και εφόσον δεν έχει γίνει αίτηση αναστολής εκτέλεσης όπως επίσης
προβλέπει ο νόμος και προχωρήσει η διαδικασία του πλειστηριασμού τότε υπάρχει η
δυνατότητα να γίνει ανακοπή κατά του προγράμματος πλειστηριασμού. Αυτή είναι
μία ξεχωριστή ανακοπή με την οποία ο οφειλέτης αιτείται είτε να ακυρωθεί είτε να
ανασταλεί η πρόοδος του πλειστηριασμού, είτε να μεταρρυθμιστεί το ποσό της
πρώτης προσφοράς επί της αξίας του προς πλειστηριασμό ακινήτου, προκειμένου να
δυσχερανθεί η εύρεση ενδιαφερόμενου πλειοδότη.
Παράλληλα, στην πράξη υπάρχει συχνά η διάθεση να ρυθμίζονται πολλά δάνεια, είτε
με τις τράπεζες είτε με τις λεγόμενες εισπρακτικές εταιρείες, με εξωδικαστικές
διαπραγματεύσεις μέσω εξειδικευμένων νομικών συμβούλων. Προϋπόθεση για να
εκκινήσει η διαδικασία είναι να δοθεί μία εξουσιοδότηση στον πληρεξούσιο
δικηγόρο, ο οποίος διαπραγματεύεται για λογαριασμό του πελάτη του με την τράπεζα
ή την εισπρακτική εταιρεία. Πολλές φορές γίνονται περικοπές, τα λεγόμενα
«κουρέματα» των ποσών, καθώς συνήθως υφίσταται ανατοκισμός των ποσών και
παράτυπες ή και παράνομες χρεώσεις οι οποίες έχουν κριθεί από τον Άρειο Πάγο
πως πρέπει να ακυρωθούν. Σε αυτό το πλαίσιο γίνεται μία ρύθμιση τόσο με
«κούρεμα» του αρχικού κεφαλαίου όσο και των τόκων και ανατοκισμών.
Τονιστέον ωστόσο πως πέρα από τα ήδη προβλεπόμενα μέτρα προστασίας των
δανειοληπτών είναι καθήκον του νομοθέτη και της Πολιτείας να επιληφθεί του
ζητήματος με φιλικότερα προς τους οφειλέτες μέτρα, καθώς το πρόβλημα των
υπερχρεωμένων νοικοκυριών και των κόκκινων δανείων ταλανίζει ένα πολύ μεγάλο
τμήμα της κοινωνίας, έχει δε δυστυχώς ενταθεί μετά τις τελευταίες τροποποιήσεις
του νομοθετικού πλαισίου. Μόνο με άμεση και καίρια νομοθετική παρέμβαση, με μία
νέα «σεισάχθεια», μπορεί να επιλυθεί μόνιμα και αποτελεσματικά το πρόβλημα των
χρεών των επιχειρήσεων και νοικοκυριών.